* * * Αγαπητοί Πατριώτες, θα ήταν θαυμάσια ενέργεια να κάνετε εγγραφή, ώστε να συμμετέχετε ως μέλη μας, στην προσπάθεια αυτή.* * * Αν, είστε ήδη μέλη μας, συνδεθείτε με τον λογαριασμό που έχετε.* * * Ευχαριστούμε.* * *

ΚΜΣ-ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΜΙΧΑΛΙΤΣΙ ΒΙΘΥΝΙΑΣ

Ξεκίνησε από Μάκης Αποστολάτος, 12 Αυγούστου 2021, 08:54:56 ΠΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

0 Μέλη και 1 Επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Μάκης Αποστολάτος

Μάκης Αποστολάτος

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Συνεχίζεται η παρουσίαση της Προφορικής Παράδοσης από το αρχείο του ΚΜΣ, με τον οικισμό ΜΙΧΑΛΙΤΣΙ, που είναι νοτιοδυτικά από την Τρίγλια (σημερινή ονομασία Karacabey), και αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό κόμβο-πόλη της ευρύτερης περιοχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κεντρικός δρόμος που ξεκινάει από την Τρίγλια, με νοτιοδυτική κατεύθυνση, ονομάζεται Karacabey Caddesi. Το υλικό συλλέχθηκε από δύο πληροφορητές, αλλά το κείμενο που περιλαμβάνεται στο Αρχείο Προφορικής Παράδοσης προέρχονται από τον Ιωάννη Σεϊτανίδη, ο οποίος γεννήθηκε στο Μιχαλίτσι. Τα δελτία του δεύτερου πληροφορητή Ι. Μπίσκο, ο οποίος δεν γεννήθηκε στο Μιχαλίτσι, αλλά στην Καστοριά, υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό, στην περίοδο του 1922, και γνώρισε πόλεις και χωριά της Βιθυνίας, έχουν καταχωρηθεί, μάλλον, στην ενότητα "Έξοδος" του ΚΜΣ και όχι στο Αρχείο Προφορικής Παράδοσης. Οι πληροφορίες του Ιωάννη Σεϊτανίδη έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού αυτός έβγαλε το ημιγυμνάσιο στην ιδιαίτερη πατρίδα του, συνέχισε στο Γαλλικό Κολλέγιο στην Προύσα, ολοκλήρωσε τις σπουδές του σε Γαλλικό σχολείο στην Κωνσταντινούπολη και επέστρεψε στο Μιχαλίτσι, για να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις του πατέρα του που ήταν δικηγόρος και μεγαλοτσιφλικάς.

Χάρτης Ι. Κοκκινίδη σε μεγέθυνση-Δυτικό Τμήμα

ΜΙΧΑΛΙΤΣΙ

ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΙΚΙΣΜΟ

Η συλλογή έγινε από το συνεργάτη του ΚΜΣ Μπάμπη Νικηφορίδη τον Ιούνιο 1963 στην Καστοριά.

Το υλικό προέρχεται από 2 πληροφορητές.

Ο Ιωάννης Μπίσκος γεννήθηκε στην Καστοριά το 1895 και ο πατέρας του ήταν από την Κορυτσά.

Σχολείο πήγε ως την 4η δημοτικού και κατόπι ασχολήθηκε με τη γουναρική, τουλάχιστον μέχρι το 1963, οπότε συναντήθηκε με το συνεργάτη του ΚΜΣ.

Ήταν κληρωτός το 1915, αλλά το 1922 επιστρατεύτηκε η κλάση του και πάλι για να συμπληρώσει τα κενά του στρατού που δημιουργήθηκαν στη Μικρασία, μετά την υποχώρηση του Αϊντίν. Έτσι έλαβε μέρος λίγο διάστημα στην εκστρατεία και πιο πολύ για να γνωρίσει την υποχώρηση.
Είναι παντρεμένος με Καστοριανή, και έχει 3 παιδιά.

Ο Ι. Μπίσκος αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση πληροφορητή, γιατί δεν είναι Μικρασιάτης. Γνώρισε επ' ευκαιρία τη Μικρασία όταν ήταν επιστρατευμένος το 1922, και είναι σε θέση να δώσει μόνο πληροφορίες  για τις τελευταίες ώρες ορισμένων πολισμάτων που γνώρισε κατά την υποχώρηση. Χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τις τελευταίες ώρες του Μιχαλιτσιού.

Ο Ιωάννης Σεϊτανίδης είναι τώρα 61 ετών, γεννήθηκε στο Μιχαλίτσι (σ.σ. δηλαδή γεννήθηκε το 1902). Είχε άλλα δύο αδέλφια, αγόρια και μιαν αδελφή.

Ο πατέρας του είχε γεννηθεί επίσης στο Μιχαλίτσι, αλλά οι γονείς του πατέρα του ήταν από τη Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας-Έλληνες της Βουλγαρίας.

Είναι εγγράμματος. Έβγαλε κατά πρώτο το ημιγυμνάσιο της ιδιαίτερης πατρίδας του και κατόπι φοίτησε στο Γαλλικό Κολλέγιο στην Προύσα και σε γαλλικό σχολείο στην Πόλη.

Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος, δεν εξασκούσε όμως το επάγγελμά του, με τα κτήματα ζούσε, ήταν μεγαλοτσιφλικάς. Κι ο πληροφορητής εκτός απ' τις σπουδές του δεν ασχολήθηκε με τίποτε ιδιαίτερο, επιστατούσε στα οικογενειακά τους κτήματα, πιο πολύ όμως έκανε ζωή γλεντζέ.

Μετά την καταστροφή εγκαταστάθηκε κατά πρώτο στη Θεσσαλονίκη και το 1927 ήρθε στην Καστοριά όπου εγκαταστάθηκε σαν αγροκτηματίας.

Στην Καστοριά παντρεύτηκε, η γυναίκα του είναι Καστοριανή και έχει 2 παιδιά.

Ο Ι. Σεϊτανίδης είναι πολύ καλός πληροφορητής, με καλό μνημονικό και οξύτατη κρίση. Και παρ' όλο που έφυγε σχετικά νέος από την πατρίδα του, η εμπειρία του είναι πλούσια σε στοιχεία που μπορούν να παράσχουν ακριβή εικόνα της ζωής και της μορφής του Ελληνισμού του Μιχαλιτσιού.


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΘΕΜΑΤΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ
ΚΕΦΆΛΑΙΟ Α' 1. Όνομα
      2. Δελτίο της Χαρτογραφικής Υπηρ. του ΚΜΣ (Γεωγρ.Τοποθέτηση)
      3. Ένταξη του Οικισμού
      4. Τουρκική Διοίκηση
      5. Εκκλησιαστική Εξάρτηση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ    Β' Κάτοικοι
      Γ' Γλώσσα
      Δ' Δελτία με ποικίλο περιεχόμενο
      Ε' Γεωγραφικά Στοιχεία
      ΣΤ' Λαξευτές Σπηλιές
      Ζ' Τοπωνύμια
      Η' Εσωτερική μορφή του χωριού
      Θ' Κοντινοί και μακρινοί Οικισμοί
      Ι' Σχέσεις και Συναλλαγές του Οικισμού

Κεφάλαιο Α' ΟΝΟΜΑ (σ. 5)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Μιχαλίτσι ήταν ελληνικά τ' όνομα της πόλης. Στην τουρκική Μίχαλιτς (Mihalic-Karacabey). Άμα σε ρωτούσε ένας Έλληνας «από που είσαι» θάλεγες: απ' το Μιχαλίτσι ή Μιχαλιτσανός. Κι άμα σε ρωτούσε Τούρκος, θάλεγες:Μιχαλιτσλί ή Μιχαλίτς Καζασιντάν [Mihalic Kazasindan= απ' τον Καζά (=καϊμακαμλίκι) του Μιχαλίτς].

Άλλο όνομα δεν υπήρχε, και στο κράτος έτσι το γράφαν και στα ταπιά (κτηματολόγιο) και στο ταχυδρομείο Μιχαλίτς καζασί.

Στα εκκλησιαστικά βιβλία το γράφαν με το επίσημο όνομα στην καθαρεύουσα: Μιχαλίτσιον, αλλά ό κόσμος έλεγε Μιχαλίτσι.

Από που προέρχεται αυτό τ' όνομα δεν έχω ακουστά, ούτε ρώτησα καμιά φορά. Πάντως το Μιχαλίτσι ήταν αρχαία πόλη- ποιος ξέρει γιατί το είπαν έτσι!

Τώρα μετονομάστηκε σε Καρατζάμπεη. Αυτό ο Καρατζά μπέης ήταν απ' το Λοπάδι κι όταν κατελήφθη η Πόλη το 1453, ο πρώτος που μπήκε μέσα ήταν αυτός. Και προς τιμήν του οι Νεότουρκοι μετονόμασαν το Μιχαλίτσι σε Καρατζάμπεη.

ΔΕΛΤΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΜΣ (15/9/1971) (σ. 7)
Χαρτογράφοι: Στρατής Σταμπούλογλου
      Σταύρος Οικονόμου
Συνεργάτης:   Ερμ. Ανδρεάδης

ΜΙΧΑΛΙΤΣΙ

Κωμόπολη σε κάμπο και σε πλαγιές πολύ χαμηλών λόφων, πάνω από το δρόμο Πανόρμου-Προύσης.
Υψόμετρο περί τα 30-50μ. (καμπύλες Γερμαν.)
60 χλμ Δ της Προύσας (Βαλιλίκι)
71 χλμ ΝΔ της Κίου (Μητρόπολη)
117 χλμ ΝΔ της Νίκαιας
20 χλμ Β-ΒΔ της Κερμαστής
36 χλμ ΝΑ της Πανόρμου
27 χλμ Δ-ΒΔ της Απολλωνιάδος
Το όνομα στους χάρτες
KARACABEY   τούρκικος 1951
MIHALIC   γερμαν. 1941
MICHALIDJ (MILETOPOLIS)   Κίπερτ

ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΙΣ ΟΙΚΕΙΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
(Μπ. Νικηφορίδης, 26/6/63)

Η πόλη Μιχαλίτσι εντάσσεται στις περισσότερες ενότητες:
Μικρασιατική Επαρχία: Βιθυνία
Περιφέρεια: Μιχαλιτσίου

ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ (σ. 9)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Η πόλη Μιχαλίτσι
Είχε
Μουδουρλίκι: --
Καϊμακαμλίκι: --
Μουτεσαριφλίκι: --
Βαλελίκι: --

(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63) (σ. 10)

Κάθε μαχαλάς είχε και το Μουχτάρη του, οι ελληνικοί Έλληνες και οι τούρκικοι Τούρκους, στους τούρκικους μαχαλάδες υπάγονταν και οι Αρμένιοι. Μαχαλέ μικταρί (Mahale muhtari= συνοικιακός Μουχτάρης) λέγονταν στην τουρκική αυτοί οι κατώτεροι λειτουργοί της διοίκησης. Το κυριότερο καθήκον τους ήταν να εισπράττουν τους φόρους μαζί με τον ταχσιλντάρη (tahsildar= φοροεισπράκτορας).

Είχαμε και Δημαρχία, ο Μπελεντιέ Ρεϊζής (Belediye= Δήμαρχος) ήταν πάντα Τούρκος γιατί έβγαινε μ' εκλογές και το τουρκικό στοιχείο ήταν περισσότερο. Είχε όμως και συμβούλιο, το Μπελεντιέ μετζλισί (Belediye meclisi= δημοτικό συμβούλιο) όπως τόλεγαν, στο οποίο παρακάθονταν κι ένας Έλληνας κι ένας Αρμένης, μαζί με τους Τούρκους.

Η Δημαρχία είχε πυροσβεστικό σώμα με δύο τουλούμπες (tulumba=αντλία) που τις κουβαλούσαν στον ώμο. Τουλούμπα είχε και η δική μας η Κοινότης, μια, και μάλιστα αυτή ήταν πιο σύγχρονη, με ρόδες.

Η Δημαρχία είχε και κάρα για το μάζεμα των σκουπιδιών, αυτή φρόντιζε για το φωτισμό των δρόμων-πλήρωνε τους πασβάντηδες, κάθε μαχαλάς είχε το δικό του πασβάντη. Και καθήκοντα αγορανομίας εκτελούσε η Δημαρχία, ο Μπελεντιέ Τσαουσού (Belediye causu= Λοχίας της Δημαρχίας) γύριζε και παρατηρούσε.

Το Μιχαλίτσι ήτα Καϊμακαμλίκι πρώτης θέσεως και υπαγόταν κατευθείαν στο Βιλαέτι της Προύσας-η Προύσα εκείνα τα χρόνια ήταν μεγάλο Βιλαέτι, μέχρι και το Τσανάκκαλε υπαγόταν εκεί.

Τα Καϊμακαμλίκια χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: Πρώτης θέσεως και δευτέρας θέσεως. Το δικό μας ήταν πρώτης, ήταν μεγάλο καϊμακαμλίκι, είχε 180 χωριά.

Στο Συμβούλιο του Καϊμακάμη, το ινταρέ μετζλισί (idare meclisi= Διοικητικό συμβούλιο), υπήρχε κι ένας Έλληνας κι ένας Αρμένης. Το συμβούλιο αυτό ήταν μόνο για διοικητικές υποθέσεις, δικαστήριο υπήρχε χώρια, πρωτοδικείο κανονικό, με εισαγγελέα, με δικαστές. Στα Καϊμακαμλίκια δευτέρας θέσεως ο Καϊμακάμης ήταν και δικαστής.

Είχαμε και αστυνομία, όχι τζανταρμάδες (candarma= χωροφύλακες), πουλις (Polis= αστυνομία) λέγονταν. Σ' ένα κτίριο μέσα στεγάζονταν όλα, στο Διοικητήριο. Και γραφεία του Καϊμακάμη και ταμεία και αστυνομία.

Στην Προύσα πήγαιναν μόνο αν ήταν ιστινάφ μαχκεμεσί (Istinaf mahkemesi= Εφετείο).

Ήταν και στρατιωτικό κέντρο το Μιχαλίτσι. Από μια μεγάλη περιοχή, που έφτανε ακόμα κι ίσαμε το Τσερκιγκέ της Προύσας, όλοι παρουσιάζονταν να καταταχτούν στο coube του Μιχαλιτσιού.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ (σ. 14)
(Μπ. Νικηφορίδης, 26/6/63)

Η πόλη Μιχαλίτσι υπαγόταν στη Μητρόπολη Νικαίας
Τίτλος Μητροπολίτη: Ο Νικαίας υπέρτιμος και Έξαρχος πάσης Βιθυνίας
Έδρα Μητροπολίτη: Κίος
Αντιπρόσωπος του Δεσπότη μέσα στο χωριό: Ο Δεσπότ Βεκελί (Αρχιερατικός Επίτροπος) με τον τίτλο Αρχιμανδρίτη.

(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63) (σ. 15)

Εκκλησιαστικά υπαγόμασταν στη Μητρόπολη Νικαίας. Παλαιότερα ήταν και το Μιχαλίτσι Μητρόπολη, γιατί θυμάμαι που λέγαμε εμείς τα παιδιά «Μητρόπολη αυλησί» (προσαρμογή στην τουρκ. Γραμματική της ελληνικής έκφρασης: αυτή της Μητρόπολης).

Ο Δεσπότης ερχόταν το χρόνο μια φορά από την Κίο-η έδρα του ήταν στην Κίο. Στην εποχή μας ήταν ο Βασίλειος, ο μετέπειτα Πατριάρχης. Ερχόταν του Άϊ Δημητρίου, έφερνε μαζί και το διάκο του και το καβάσι (Kavas= κλητήρας). Είχε και Επίσκοπο που τον έστελνε των Τριών Ιεραρχών στη σχολική τελετή. Τότε ο κόσμος σεβόταν τους Δεσποτάδες, τους παπάδες, όταν βλέπαν κανένα σηκώνονταν όλοι. Κάθε γιορτή μικροί-μεγάλοι όλοι πήγαιναν στην εκκλησία.

Είχαμε και Αρχιερατικό Επίτροπο στο Μιχαλίτσι, κληρικό, Δεσπότ Βεκελί τον λέγαμε. Στις συνεδριάσεις που γίνονταν στο Ινταρέ μετζλισί ((Idare mecllisi= διοικητικό συμβούλιο του Καϊμακάμη) δυο φορές την εβδομάδα ήταν απαραίτητος κι ο Δεσπότ Βεκιλί.

Αυτός έβγαζε άδειες γάμου. Αν ήταν υπόθεση διαζυγίου παρέπεμπε στην Ιερά Μητρόπολη στη Νίκαια.

Παπάδες είχαμε τρεις: παπά-Χρήστος Αθανασιάδης στην Επάνω ενορία, είχε τον τίτλο Αρχιμανδρίτη κι αυτός ήταν ο Δεσπότ Βεκιλί. Παπά-Δημήτρης και παπά-Ιωάννης στην Κάτω ενορία. Ο παπά-Ιωάννης έδινε και μαθήματα Βυζαντινής μουσικής.

Για τις εκκλησίες και το σχολείο είχαμε επταμελή Εφοροδημογεροντία, που φρόντιζε για δασκάλους, παπάδες, για τα οικονομικά της κοινότητας κλπ. Αυτοί λύναν και τις διαφορές που είχαμε καμιά φορά μεταξύ μας κι έτσι αποφεύγαμε τα δικαστήρια.


Κεφάλαιο Β'-ΚΑΤΟΙΚΟΙ (σ. 18)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Οι Έλληνες του Μιχαλιτσιού ήταν 3500 και οι Τούρκοι 800-8500. Υπήρχαν και 1000 περίπου Αρμένηδες και καμιά πενηνταριά Εβραίοι-ήταν μεγάλη πολιτεία το Μιχαλίτσι, είχε 12000 κατοίκους.

Για την καταγωγή των δικών μας, δηλαδή των Χριστιανών του Μιχαλιτσιού, δεν ξέρω να σου πω, αλλά ξέρω ότι στην περιοχή εκείνη το 1760 ήρθαν απ' τη Μάνη μερικοί και κάναν τα λεγόμενα Πιστικοχώρια. Τώρα, αν και οι Μιχαλιτσανοί ήταν απ' αυτούς ή όχι δεν το ξέρω, γιατί τη ρίζα τους δεν την ξέρω. Αλλά δεν πιστεύω να ήταν απ' αυτούς, τους Μανιάτες, γιατί τα Πιστικοχώρια μιλούσαν ελληνικά ενώ οι Μιχαλιτσανοί ήταν τουρκόφωνοι. Έχω ακουστά μόνο ότι οι Έλληνες ήταν παλιότεροι εκεί από τους Τούρκους.

Ξέρω επίσης ότι δύο χωριά Πιστικά, σαν αυτά που είχαμε εμείς στην περιφέρειά μας, με καταγωγή από τη Μάνη, υπήρχαν και στη Μαγνησία: το Χορόκιοϊ και το Χαμιντιέ.

Από τους Τούρκους του Μιχαλιτσιού πολλοί ήταν Θεσσαλοί κι απ' της Βουλγαρίας τα μέρη. Επειδή ήταν πλούσιος ο τόπος εκεί τραβούσε έποικους πολλούς.

Καμιά εκατοστή άτομα από τους Ρωμιούς ήταν διαμαρτυρόμενοι, είχαν μάλιστα και χωριστή εκκλησία. Και Αρμένηδες υπήρχαν διαμαρτυρόμενοι.
Δεν ξέρω αν γίνονταν συνοικέσια μεταξύ των ορθοδόξων, των δικών μας, και των διαμαρτυρομένων. Ούτε πως άρχισε αυτή η προπαγάνδα γνωρίζω, ξέρω μόνο πως ήταν αμερικάνικη προπαγάνδα.


Κεφάλαιο Γ'-ΓΛΩΣΣΑ (σ. 21)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Οι παλιοί όλοι οι Μιχαλιτσανοί ήταν τουρκόφωνοι. Η νεότερη γενιά έπειτα, στα δικά μας τα χρόνια, άρχισε με την επίδραση του σχολειού να μιλάει και τα ελληνικά.

Στην εκκλησία όλα λέγονταν και ψάλλονταν ελληνικά. Καμιά φορά μόνο, πολύ αραιά, εξηγούσε ο παπάς το Ευαγγέλιο τούρκικα.
Και τα κάλαντά μας ήταν ελληνικά, πατριωτικά. Ακόμα κι όταν έπαιρναν τη νύφη για την εκκλησία έλεγαν «το λυγερόν και κοπτερόν σπαθί μου». Στο σχολείο τραγουδούσαμε του Παύλου Μελά τα τραγούδια:
Παύλο Μελά μελαχροινέ
Του Έθνους μας καμάρι ...

Όταν πηγαίναμε όμως με το σχολειό στου Σουλτάνου το ντονανμά (Donanma= εορτασμός) τραγουδούσαμε τούρκικα τραγούδια.

Στους χορούς τραγουδούσαν κι ελληνικά και τούρκικα: Κασάπικα, καρσιλαμάδες, συρτούς...

Τα κορίτσια πιο πολύ χόρευαν συρτούς και τ' αγόρια καρσιλαμάδες.

Κεφαλ. Ε'-ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
1.   α) Θέση του χωριού
β) Αποστάσεις από τ' αστικά κέντρα
γ) Αποστάσεις από τα χωριά με τα οποία συνόρευε
2.   Δρόμοι Εξωτερικοί
3.   Βουνά-Λόφοι
4.   Σπηλιές φυσικές και τεχνητές, Οροπέδια, Πεδιάδες, Κοιλάδες
5.   Λίμνες, Ποτάμια, Ρέματα, Γεφύρια
6.   Παραλίες, Νησιά
7.   Κλίμα

ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ (σ. 23)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Το Μιχαλίτσι ήταν 5 ώρες απ' την Πάνορμο με τις ταλίκες, δηλαδή 35 ή 36 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά.

Κι απ' την Απολλωνιάδα 6 ώρες (27 χλμ, Δ-ΒΔ) ήταν με την ταλίκα, αλλά με τη βάρκα, αν είχες καιρό ευνοϊκό, πήγαινες πολύ πιο σύντομα.
Από τη λίμνη απείχαμε 2 ώρες (8 χλμ), μέσω Λοπαδιού, κι από την Κερμαστή (20 χλμ, Ν-ΝΑ) 3 ώρες.

Στη μέση ενός απέραντου κάμπου ήταν κτισμένη η πόλη, η ίδια όμως ήταν επάνω σ' ένα ύψωμα στενόμακρο. Δεν ήταν και πολύ ψηλό το ύψωμα, ίσα που ξεχώριζε απ' τον κάμπο και στον τεπέ επάνω ήταν το Μιχαλίτσι. Μια ώρα έκταση με τα πόδια είχε η πόλη να τη διασχίσεις, ήταν μεγάλη πόλη, μεγαλύτερο κι απ' την Πάνορμο ήταν το Μιχαλίτσι.

Στον κάμπο του Μιχαλιτσιού διασταυρώνονταν 5 ποτάμια (βλέπε ιδιαίτερο δελτίο «Ποτάμια»), η διακίνηση της παραγωγής γινόταν με ποταμόπλοια μέχρι την εκβολή του Λοπάδ ντερεσέ στο Μαρμαρά, εκεί, στο Μπογάζι, μεταφορτώνονταν σ' άλλα καΐκια τα εμπορεύματα και πήγαιναν στην Πόλη, στη Θράκη, στη Μαύρη θάλασσα ...

Εγώ απ' το Μπογάζι στην Κωνσταντινούπολη με μοτόρι πήγα σε 3,5 ώρες. Και με νοτιά ένα καΐκι με πανιά πάλι σε 3,5 ώρες πήγαινε.

ΔΡΟΜΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ (σ. 25)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Το Μιχαλίτσι ήταν επάνω στον κεντρικό δημόσιο δρόμο από την Προύσα στην Πάνορμο. Είτε προς την Πάνορμο πήγαινες, είτε προς την Απολλωνιάδα και την Προύσα αυτό το δρόμο θα χρησιμοποιούσες.

Πηγαίνοντας για την Απολλωνιάδα περνούσε από το Λοπάδι, είχε μεγάλη γέφυρα εκεί, πάνω στο ποτάμι το Λοπάντ ντερεσέ. Βόρεια της λίμνης περνούσε.

Σούσα γιολού (Sose yolu= κεντρική αρτηρία, σκυροστρωμένος δρόμος), όπως λέγαμε τότε, ήταν αυτό ο δρόμος, εμείς όλο σούσα είχαμε εκεί. Και για την Κερμαστή ο δρόμος από το Μιχαλίτσι επίσης σούσα ήταν.

ΠΕΔΙΑΔΕΣ-ΜΙΧΑΛΙΤΣ ΟΒΑΣΙ (σ. 26)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Ο κάμπος του Μιχαλιτσιού ήταν ο μεγαλύτερος του Νομού Προύσης-περπάτα 24 ώρες με τ' άλογο και να μην τελειώνει ο γύρος του. «Μιχαλιτς οβασί μεσχούρ» (Mihalic ovasi meshur=ο κάμπος του Μιχαλιτσιού είναι ξακουστός) λέγαν οι Τούρκοι. Η πέτρα ήταν δυσεύρετη εκεί.

Και ήταν ένα από τα ευφορότερα μέρη της Μικρασίας: «Μιχαλιτς οβασί, αλτιν γιουβασί» (Mihalic ovasi altin yuvasi= ο κάμπος του Μιχαλιτσιού είναι φωλιά χρυσού) λέγαν. Τον διέρρεαν ποτάμια πολλά και μεγάλα που ξεχείλιζαν συχνά και μ' όλο που κάναν ζημιές τούδιναν μια γονιμότητα οργιώδη.

Τα κτήματα τα μιχαλιτσιανά, ιδίως τα χωράφια, ήταν ανάμικτα στον οβά μας: τούρκικα, ελληνικά, αρμένικα. Οι μπαξέδες όμως με τις μουριές όλοι οι ελληνικοί και λίγοι των Αρμενίων ήταν χώρια απ' των Τούρκων.

ΠΟΤΑΜΙΑ (σ. 28)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Πέντε ποτάμια περνούσαν γύρω-γύρω στο Μιχαλίτσι. Τα δύο μεγαλύτερα ήταν: το Λοπάντ ντερεσί (πρόκειται για τον Ρύνδακο, τοπική ονομασία τμήματος του Ρύνδακου ποταμού που δεν ονοματίζεται στους χάρτες) που έβγαινε από τη λίμνη της Απολλωνιάδας, κατέβαινε απ' το Λοπάδι και περνώντας βόεια του Μιχαλιτσιού πήγαινε στη θάλασσα, και το Σουσουρλού ντερεσί (πρόκειται για τον Μάκηστο, Η λ. Ανουφέ δεν ετυμολογείται) που ερχόταν απ' το Σίνντιργί και το Μπαλούκεσερ κι έσμιγε βόρεια του Μιχαλιτσιού με το Λοπάντ ντερεσί.

Το τρίτο ποτάμι έβγαινε απ' τη λίμνη Μανιάς, το Καρά ντερέ (Kara dere= Μαύρο ποτάμι), ενώνονταν με τους άλλους δυο, επίσης βόρεια του Μιχαλιτσιού, και κατέβαιναν και οι τρεις σε μια κοίτη στη θάλασσα. Τόσο πολύ νερό συγκεντρώνονταν που απ' τη λίμνη της Απολλωνιάδας ως τη θάλασσα καράβι 50 και 60 τόννων το σήκωνε. Όλα τα προϊόντα του κάμπου του Μιχαλιτσιού οι Απολλωνιάτες με τα καράβια τους τα πήγαιναν στο Μπογάζι (εννοεί την εκβολή του Ρυνδάκου στη θάλασσα του Μαρμαρά) από τον ποταμό (εννοεί τον Ρύνδακο). Άκρα στο ποτάμι στέκονταν τα καΐκια και με τα κάρα κατέβαζαν τα προϊόντα και τα φόρτωναν, σκάλα δεν είχε.

Αυτόν τον Καρά ντερέ τον είπαν έτσι γιατί μαύρισε πολλούς ανθρώπους. Με το κατέβασμα έπαιρνε και χωράφια και ζώα, έπνιγε κι ανθρώπους.
Όλα τα ποτάμια έκαναν ζημιές, πολλές φορές πλημμύριζε ο κάμπος και γινόταν λίμνη. Άμα έσπαγε το ποτάμι απ' τον Κασαμπά (Κασαμπάς είναι άλλη ονομασία της Κερμαστής. Εδώ εννοεί το τμήμα του Ρύνδακου από τις πηγές ως τη λίμνη Απολλωνιάδος) ειδοποιούσαν να λάβουμε τα μέτρα μας, έπαιρνε πρόβατα, κοπάδια ... Αλλά εκτός από τις ζημιές ωφελούσαν κιόλας, γιατί κατέβαζαν υλή.

Ήταν κι ένα ακόμα ποτάμι προτού να πάμε στο Λουπάδι, το Καρά ασμάκ (Kara asmak= μαύρο ρέμα), το λέγαν και Καϊναρτζά (Kaynarca=αναβρυτό νερό. Μ' αυτή την ονομασία δεν σημειώνεται στους χάρτες). Αυτό ήταν τρελό ποτάμι, άμα κατέβαινε ορμητικό όλο πρόβατα έπαιρνε. Είχε και μια γέφυρα, και μια χρονιά φέραν τους Απολλωνιάτες με τα καράβια και δέσαν τούτη γέφυρα με γάντζους απ' τα δέντρα για να μην τη παρασύρει το νερό.

Τέλος ήταν κα το Ανουφέ ντερεσί (πρόκειται για παραφθορά του Νιλουφέρ που είναι το τούρκικο όνομα του Οδρύση) που κατέβαινε απ' την Προύσα και διοχετευόταν στο Λοπάντ ντερεσί, λίγο βορειότερα από κει που έσμιγε με το Σουσουρλού ντερεσί. Αυτό δεν ξέρω αν είχε γέφυρα, αλλά τ' άλλα τρία: το καρά ντερέ, το Σουσουρλού ντερεσί και το Λοπάντ ντερεσί είχαν από μια γέφυρα εκεί γύρω στο Μιχαλίτσι, στην περιοχή μας. Γιατί ήταν φαρδιά ποτάμια κι άμα δεν ήξερες τις γέφυρες και τα γκετσέτια (Gecit= πέρασμα, διάβαση. Εδώ εννοεί τα σημεία όπου δούλευαν και σχεδίες οι οποίες περνοδιάβαιναν τα ποτάμια δεμένες με τροχαλίες πάνω σ' ένα σχοινί τεντωμένο από όχθη σε όχθη) δεν μπορούσες να περάσεις.

Ψάρια είχαν όλα τα ποτάμια και ιδίως ο Καρά ντερέ είχε γουλιανούς, τ' άλλα δεν είχαν γουλιανούς μεγάλους. Οι Απολλωνιάτες οι ψαράδες έμπαιναν μέχρι τον Καρά ντερέ και ψάρευαν.

Ζ' ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ (σ. 32)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Προς τη βόρεια πλευρά του Μιχαλιτσιού, στις ακροποταμιές, ήταν όλο μπαξέδες με μουριές-καταπράσινο το μέρος.

Ένα τέταρτο της ώρας έξω από το Μιχαλίτσι ήταν ένα μέρος Σαλμασλί (πιθανόν από το Sarmasli=τόπος με περιπλεγμένα δέντρα), μια ωραία τοποθεσία. Αυτή την είχαν οι Αρμεναίοι και πήγαιναν τακτικά εκεί και κάναν διασκεδάσεις.

Μισή ώρα από την πόλη, προς τα βόρεια επίσης, ήταν ένα μέρος Σαζλικλάρ (Sajliklar=βουρλιές) και μια ώρα, κατά το Ποριάζ τσιφλίκ (βλέπε πιο κάτω στο ίδιο δελτίο), άλλη τοποθεσία Κούμτεπελέρ.

Προς τα βόρεια, πηγαίνοντας δηλαδή προς το Μπουγάζι (εννοεί την εκβολή του Ρυνδάκου), ήταν και μια άλλη τοποθεσία Τσαλί μαχλεσί (Cali mahlesi=τοποθεσία με παλιούρια) στην ίδια γραμμή με τις άλλες.

Είχαμε και μερικά τσιφλίκια γύρω στο Μιχαλίτσι. Ήταν το Ποριάζ τσιφλίκ (Poryaz ciflik=αγρόκτημα του βοριά), 1,5 ώρα από το Μιχαλίτσι, άκρα στο ποτάμι Σουσουρλού ντερεσί. Απ' το Μιχαλίτσι να περπατούσες ως το Ποριάζ τσιφλίκ όλο μπαξέδες ήταν με μουριές και οπωροφόρα δέντρα.

Είχαμε κι ένα τσιφλίκι Γκεμπέ κλισέ (Gebe klise= τουρλωτή εκκλησία), απέναντι απ' το μύλο-φάμπρικα (βλέπε δελτίο «Κτίσματα») του Άγγλου, ανάμεσα στα δυο ποτάμια: Καρά ντερέ και Σουσουρλού ντερεσί, πηγαίνοντας για την Πάνορμο, δεξιά. Έλληνες το είχαν αυτό και τ' αγόρασε ύστερα Τούρκος.

Ήταν κι ένα άλλο Μαρμαρά τσιφλιγί, 1,5 ώρα έξω απ' το Μιχαλίτσι, πηγαίνοντας προς τον Κασαμπά (άλλο όνομα της Κερμαστής). Τούρκοι το είχαν αυτό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'- ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΜΟΡΦΉ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
1.   Το πράσινο του χωριού
2.   Μαχαλάδες, Δρόμοι, Πλατείες, Αλώνια, Χοροστάσια
3.   Νερά: Το ρέμα του χωριού, βρύσες, Πηγάδια, Στέρνες
4.   Σπίτια
5.   Εκκλησίες, Μοναστήρια, Παρεκκλήσια, Ξωκκλήσια, Αγιάσματα
6.   Νεκροταφεία
7.   Σχολεία
8.   Τζαμιά, Χάνια, Λουτρά, Μύλοι, Άλλα Κτίσματα

ΜΑΧΑΛΑΔΕΣ (σ. 35)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Το ελληνικό στοιχείο του Μιχαλιτσιού ήταν συγκεντρωμένο σ' ένα μέρος και ξεχωριστό, δεν ήταν ανάμικτο με τους Τούρκους. Ποια ήταν η καλύτερη τοποθεσία δεν μπορούμε να πούμε, γιατί με το άπλωμα της πόλης τα τελευταία 50 χρόνια άλλαξε σημασία και ο κάθε τόπος.
Εμείς είχαμε δύο ενορίες που αντιστοιχούσαν στις δύο εκκλησίες μας τις τακτικές, που λειτουργούσαν κάθε Κυριακή: την Άνω ενορία με τον Άϊ Δημήτρη και την Κάτω με την Αγία Παρασκευή. Γιουκαρί μαχλέ (Yukari mahale= επάνω συνοικία) και Ασαά μαχλέ (Asagi mahale= κάτω συνοικία) λέγαμε στη γλώσσα μας, επειδή είμασταν τουρκόφωνοι. Και οι Τούρκοι με τα ίδια ονόματα τους λέγαν τους μαχαλάδες μας: Γιουκαρί και Ασαά μαχλέ.
Τους τους τούρκικους μαχαλάδες δεν τους ξέρω. Ξέρω μόνο πως Τούρκοι και Αρμένηδες ήταν ανακατωμένοι στους τουρκομαχαλάδες. Άλλωστε δεν ήταν και πολύ συνηθισμένο να κυκλοφορούν Έλληνες στους τουρκομαχαλάδες και Τούρκοι στους Ρωμέϊκους. Στο Κάτω μαχαλά, λόγου χάρη, και στο Μεϊχανέ μπογαζί (Meyhane bogazi= το στενό των καπηλειών), εκεί που ήταν τα καφενεία και τα καπηλειά των Ρωμιών, εκεί Τούρκος μετά τις 12 αλά Τούρκα (μετά τη δύση του ήλιου) δεν πατούσε.

ΔΡΟΜΟΙ (σ. 37)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Οι δρόμοι όλοι ήταν καλντερίμι και φαρδιοί, και τρία κάρα μαζί έπαιρναν. Ακόμα και στις γειτονιές μέσα κι εκεί ήταν φαρδιοί οι δρόμοι, δύο κάρα περνούσαν ελεύθερα. Όλη η πολιτεία ήταν στρωμένη με καλντερίμι.
Μόνο ο δημόσιος δρόμος από την Προύσα στο Μιχαλίτσι κι από κει στην Πάνορμο και στην Κερμαστή ήταν σούσα γιολού (δρόμος δημόσιος σκυροστρωμένος) ως την πόλη, μόλις έμπαινε στο Μιχαλίτσι ήταν καλντερίμι.
Τη νύχτα υπήρχαν φανάρια και φωτίζονταν οι δρόμοι, ο Μπελεντιές (Belediye= Δήμος) τα διατηρούσε.

ΠΛΑΤΕΙΕΣ-ΧΟΡΟΣΤΑΣΙΑ (σ. 38)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Στην ελληνική συνοικία είχαμε τρεις πλατείες.

Μια είχαμε στην παλιά Μητρόπολη, εμείς τη λέγαμε Μητρόπολη αυλησί (Mitropoli avlisi= προσαρμογή στην τούρκ. γραμματική της ελληνικής έκφρασης: Αυλή ης Μητρόπολης). Εκεί κάποτε ήταν το κτίριο της Μητρόπολης, αλλά στην εποχή μας είχε γκρεμίσει και μέναν μόνο κάτι πέτρες, σαν αυλή είχε γίνει, αλλά ήταν μεγάλο μέρος, έκανε και για πλατεία.

Στον Κάτω μαχαλά (ο ένας από του δυο μαχαλάδες της ελληνικής συνοικίας, βλέπε και δελτίο «Μαχαλάδες») έπεφτε αυτή. Δέντρα δεν είχε, ούτε ήταν στρωμένη κάτω, χώμα σκέτο.

Ήταν και μια ακόμα στο Μεϊχανέ Μπογαζί (Meyhane bogazi= το στενό με τα καπηλειά, βλέπε κα δελτίο «Μαχαλάδες») από κάτω, εκεί που ενώνονταν 4 δρόμοι. Κασαμπαλά αυλισί το λέγαμε και ήταν κι αυτή στον Κάτω μαχαλά. Κι αυτή ήταν άστρωτη και δεν είχε δέντρα.

Πιο πέρα απ' αυτήν ήταν και μια ακόμα, εκείνη χώριζε την ελληνική από την τουρκική συνοικία-στην άκρη άκρη του Κάτω μαχαλά έπεφτε. Αυτή ήταν στρωμένη με καλντερίμι.

Οι χοροί γίνονταν προπάντων στην εκκλησία απ' έξω, στην Αγία Παρασκευή, όπου υπήρχε επίσης αρκετή ευρυχωρία. Οι Τούρκοι δεν μας ενοχλούσαν καθόλου.

Το Σάββατο το βράδυ, το καλοκαίρι, μαζεύονταν εκεί ο κόσμος, άναβαν μασαλάδες (Masala= ψωτιές) και χόρευαν οι νέοι. Χώρια χόρευαν τ' αγόρια, χώρια τα κορίτσια, αλλά εκείνο ήταν το νυφοπάζαρο, γιατί χόρευαν τα κορίτσια και οι νέοι διάλεγαν, άμα αρραβωνιάζονταν κι έπειτα δεν τη βλέπαν πια την κοπέλα.

Οι σκοποί ήταν κασάπικα, συρτοί, καρσιλαμάδες και οι τσαλγκιτζήδες (Calgici= οργανοπαίχτης) ήταν Τούρκοι Θεσσαλοί που είχαν εγκατασταθεί εκεί.

Στον τουρκομαχαλά ήταν η μεγάλη πλατεία του παζαριού, σκεπαστή από πάνω με κεραμίδια, σαν ανοιχτό χάνι, όλο το γέννημα οι Απολλωνιάτες από κει το προμηθεύονταν. Παζάρ το λέγαμε αυτό, κι εμείς κι οι Τούρκοι, κι εκεί γύρω όλο χάνια ήταν.

Άλλες δυο αγορές υπήρχαν εκτός απ' αυτή, το Γιουκαρί τσαρσί και το Ασαά τσαρσί, όπου και Έλληνες και Τούρκοι και Αρμεναίοι είχαν τα καταστήματά τους. Αυτές πέφταν ανάμεσα στην ελληνική και τουρκική συνοικία.

3. ΝΕΡΑ (σ. 42)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Η πόλη υδρεύονταν από το Σουσουρλού ντερεσί. Υπήρχε υδραγωγείο, τεπόζιτο που απορροφούσε απ' το ποτάμι, το φίλτρευε και κατόπι το διοχέτευε στις βρύσες. Από τις βρύσες έπαιρνε ο κόσμος νερό-βρύσες υπήρχαν και στους δρόμους έξω απ' τα σπίτια, κι όποιος ήθελε έπαιρνε και μεσ' στο σπίτι του.

Και οι τουρκικοί μαχαλάδες απ' το ίδιο νερό είχαν, απ' τη δεξαμενή διοχετεύονταν κι εκεί.

Και πηγάδια υπήρχαν, πολλά και βαθιά, αλλά ήταν γλυφό το νερό τους, δεν πίνονταν.

4. ΣΠΙΤΙΑ (σ. 43)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Τα σπίτια στο Μιχαλίτσι ήταν κτισμένα από τα θεμέλια και πάνω ως το πάτωμα με πέτρα, δηλαδή ανα ντουβάρ (Ana duvar= βασικός, θεμελιακός τοίχος, κι από κει και πάνω με πλιθιά στερεωμένα με ξύλα στις γωνιές και διαγωνίως.

'Όλα σχεδόν τα σπίτια ήταν δίπατα. Κάτω στο ισόγειο ήταν η αποθήκη για τ' αμπάρια (Anbar= χώρος εναπόθεσης σιτηρών). Χωριστά, σε παραδιπλανούς χώρους, ήταν οι αποθήκες για τα ξύλα, χώρια ο στάβλος για τα ζώα και χώρια οι αχερώνες. Μερικά σπίτια είχαν και χωριστό μποτζέκχανά (Bocekhane= σκωληκοτροφείο).

Επάνω ήταν στεγασμένα με ξύλινες σκεπές και κεραμίδια.

Αυλές δεν είχαμε. Απ' την πίσω μεριά είχαν μερικά σπίτια λίγο τόπο με καμιά μουριά, αλλά μικροπράγματα. Το πρόσωπο ου σπιτιού ήταν όλο κτισμένο στο δρόμο επάνω.

Ήταν πολύ πυκνά τα σπίτια, το ένα δίπλα στο άλλο, αν έπιανε πυρκαγιά έπρεπε να καούν όχι μόνο ένα και δύο. Θυμάμαι εγώ μια φορά που κάηκαν 4 μαζί.

Και τα τούρκικα σπίτια το ίδιο ήταν όπως τα ελληνικά, είχε βέβαια και καλά και καλύτερα και φτωχικότερα, ανάλογα με το βιός του καθενός.

Στα σπίτια μέσα απαραίτητοι ήταν οι κετσέδες, σα χαλιά χοντρά από μαλλιά και κατσικότριχα, που ούτε πιστόλι δεν τους περνούσε. Η βάση του κετσέ ήταν ψάθα κι από πάνω το φαντό. Τους περεχούσαν ύστερα με ζεστό νερό και σαπουνάδα και τα παλληκάρια τους πατούσαν με τα πόδια.

5. ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ, ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ, ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΞΩΚΚΛΗΣΙΑ, ΑΓΙΑΣΜΑΤΑ

ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΑΪ ΔΗΜΗΤΡΗΣ-ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ (σ. 45)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Οι δύο τακτικές εκκλησίες που είχαμε ήταν η Αγία Παρασκευή στον Κάτω μαχαλά και ο Άϊ Δημήτρης στον επάνω, κάθε Κυριακή λειτουργούσαν.
Πέτρινες ήταν και οι δύο είχαν και καμπαναριά. Η στέγη τους ήταν σε σχήμα βασιλικής και στηριζόταν σε κολώνες. Κάτω ήταν μαρμαροστρωμένες. Εικόνες είχαν φορητές, ξύλινες, όχι τοιχογραφίες.

Πιο μεγάλη απ' τις δύο ήταν η Αγία Παρασκευή, ήταν σχεδόν ίσαμε τη Μητρόπολη της Καστοριάς εδώ.

Επάνω είχαν και γυναικείο, με καφάσι κλειστό. Τα στασίδια τα αγόραζε ο κόσμος προς όφελος του σχολείου.

Οι εκκλησίες είχαν και κτήματα πολλά από αφιερώματα, και χωράφια και ακίνητα. Στον Κάτω μαχαλά το Μεϊχανέ μπογαζί όπου ήταν τα καφενεία και τα καπηλειά, αυτά όλα ήταν της εκκλησίας. Τα διαχειρίζονταν η Εφοροδημογεροντία και πλήρωνε τους δασκάλους, φρόντιζε για τα σχολεία.

ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ-ΑΓ. ΕΥΑΤΡΑΤΙΟΣ-ΠΑΝΑΓΙΑ (σ. 47)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Παρεκκλήσια είχαμε τρία: Την Αγία Αικατερίνη, τον Άγιο Ευστράτιο και την Παναγία. Στον Άγιο Ευστράτιο είχαν και χαλκάδες και δέναν τους τρελούς μέσα. Η Παναγία είχε και προαύλιο μεγάλο με κελλιά, μέναν εκεί οι φτωχοί όσοι έρχονταν. Κελλιά είχε και ο Άγιος Ευστράτιος αλλά πιο πολλά είχε η Παναγία.

Και η εκκλησία της Παναγίας ήταν πιο μεγάλη, έπαιρνε 100 άτομα περίπου μέσα. Οι άλλες δύο ήταν παρεκκλησάκια μικρά.

Από πάνω είχαν τσατί (cati= στέγη) με κεραμίδια. Καμπαναριά και τέτοια δεν είχαν, μόνο η Παναγία είχε σαμαντούρα (σήμαντρο).

Τις λειτουργούσαμε και τις τρεις εκκλησίες στις γιορτές τους, γινόταν μονοκκλησιά εκεί.

ΑΓΙΑΣΜΑΤΑ, ΑΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ-ΑΪ ΓΙΑΝΝΗΣ (σ. 49)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Είχαμε και δύο Αγιάσματα: Άϊ Γιάννης και Αγία Κυριακή, δηλαδή εκκλησάκια με Αγιάσματα μαζί.

Η Αγία Κυριακή ήταν στην Κάτω ενορία κι ο Άϊ Γιάννης παρά έξω απ' την πόλη, έξω απ' τον Απάνω μαχαλά, πηγαίνοντας για το Κερμεκέρ. Του Άϊ Γιάννη το Αγίασμα ήταν με πέτρα κτιστή μια γούρνα σε σχήμα Γ και βρύσες από πάνω. Η Αγία Κυριακή ήταν πηγάδι.

Τα πανηγυρίζαμε κι αυτά και τα δύο.. Στον Άϊ Γιάννη μάλιστα, στη μνήμη του, επειδή ήταν και εξοχικό, πήγαιναν όλες οι οικογένειες και χόρευαν οι γυναίκες, μετά τον Αγιασμό έτρωγαν, διασκέδαζαν, χόρευαν και μετά το μεσημέρι γύριζαν πίσω.

Τον Αύγουστο γιόρταζε ο Άϊ Γιάννης, στις 29. Μαύρο σταφύλι δεν έτρωγαν εκείνη τη μέρα.

Σε τούτα τα δυο Αγιάσματα άμα ήταν κανένας άρρωστος έδενε και κανένα κουρελάκι από πάνω του, πλένονταν με τ' Αγίασμα και πίστευαν πως αφήνουν την αρρώστια τους εκεί άμα δέναν και τα κουρελάκια.

6.   ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΑ (σ. 51)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Των ορθόδοξων ήταν 2 νεκροταφεία, ένα στον Απάνω μαχαλά και το άλλο στον Κάτω.

Οι διαμαρτυρόμενοι Έλληνες είχαν άλλο νεκροταφείο, χώρια, και οι Αρμεναίοι ένα δικό τους. Οι Τούρκοι δεν ξέρω ακριβώς, μα θαρρώ πως είχαν 2 μεγάλα.

Περιμαντρωμένα ήταν και τα δύο τα δικά μας, με τοίχο καλό. Δέντρα δεν είχαν.

Στους τάφους συνήθιζαν το περισσότερο να βάζουν ξύλινους σταυρούς, υπήρχαν όμως και μαρμάρινοι τάφοι, όποιος είχε και κρατούσε έκανε μαρμάρινο. Πάντως ήταν οικογενειακοί οι τάφοι και δε κάναν ανακομιδή οστών, βάζαν τον ένα πίσω απ' τον άλλο. Δεν υπήρχε, φυσικά, και κοιμητήριο.

7.   ΣΧΟΛΕΙΑ (σ. 53)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Εκεί εμείς είχαμε τρία σχολεία: Νηπιαγωγείο, Παρθεναγωγείο και Αρρεναγωγείο ως την 7η τάξη. Τρία κτίρια ήταν-κάθε σχολείο σε χωριστό κτίριο, αλλά το Νηπιαγωγείο με το Παρθεναγωγείο ήταν σ' ένα περίβολο, πίσω απ' το Παρθεναγωγείο το Νηπιαγωγείο και αποτελούσαν ένα πες σχολείο. Το Νηπιαγωγείο ήταν παλαιότερο από το Παρθεναγωγείο, τα δύο άλλα, το Αρρεναγωγείο και Παρθεναγωγείο ήταν νεόκτιστα σχολεία.

Στα νήπια ενωμένα αγόρια και κορίτσια. Τα κορίτσια στο Παρθεναγωγείο πήγαιναν μόνο ως την 4η τάξη. Το Αρρεναγωγείο ήταν Αστική σχολή με 7 τάξεις.

Δασκάλους είχαμε το όλον 6 ή 7. Τέσσερις δάσκαλοι ήταν στο Αρεναγωγείο και 2 δασκάλες στο Νηπιοπαρθεναγωγείο, ύστερα φέραν κι έναν ακόμα δάσκαλο. Οι τρεις δάσκαλοι του Αρρεναγωγείου ήταν απ' την Πόλη και ο ένας ντόπιος, αλλά μετά το Χουριέτ δυο δασκάλους απ' τους ξένου τους διώξαν οι Τούρκοι, δηλαδή το κομιτάτο Ιττιχάτ βε Τερακί (Ittihat ve teraki= οργάνωση των Νεοτούρκων, ο τίτλος πηγαίνει: ενότητα και πρόοδος), γιατί φαίνεται ότι είχαν υποψίες ότι κάναν προπαγάνδα.

Ο)ι Τούρκοι είχαν πέντ' έξι μικρά σχολεία, Ιπτινταγιέ (Iptidaye= αντίστοιχα με τα Δημοτικά) που τα λέγαν, κι ένα Ρουσντιγιέ (Rusdiye= αντίστοιχο με το ημιγυμνάσιο). Μεντρεσέδες (Medrece= ιεροδιδασκαλείο) δεν είχαν, δεν θυμάμαι να είχαν.
Κι οι Αρμένηδες είχαν ένα σχολείο κοντά στην εκκλησία τους.

8 ΚΤΙΣΜΑΤΑ (σ. 55)
(Μπ. Νικηφορίδης- Νικ. Γαϊτάνος 13.6.1960) (σ. 83)

Τζαμιά είχαν οι Τούρκοι 5 ή 6. Λουτρά ήταν δύο, χώρια τ' ανδρικό χώρια το γυναικείο, του Δήμου ήταν και τα νοίκιαζαν Τούρκοι. Εκτός απ' αυτά τα δύο τα μεγάλα,, οι Τούρκοι είχαν και στα σπίτια τους μικρά προσωρινά λουτρά.

Χάνια είχε πολλά και μεγάλα. Κάθε Τρίτη που γινόταν μεγάλο παζάρι, οι χωρικοί που κατέβαιναν κατά εκατοντάδες, στα χάνια άφηναν τα ζώα και τα κάρα τους.

Μύλους είχαμε 4 πίσω απ' τον ελληνικό μαχαλά, ανεμόμυλους, Τούρκοι τους είχαν. Είχαμε όμως και φάμπρικα μύλο με 8 πέτρες, στο Σουσουρλού ντερεσί κοντά που δούλευε με ξύλα. Έβγαζε φαρίνα. Και στην Πόλη ακόμα έστελνε αλεύρια. Αυτός ήταν του Χρηστάκη του Βέη-ο μπαμπάς του ήταν Άγγλος υπήκοος, ορθόδοξος μεν αλλά Άγγλος υπήκοος.

Νερόμυλοι υπήρχαν μακρυά απ' την πόλη 2-2,5 ώρες πηγαίνοντας για την Προύσα, κοντά στο χωριό Τζαμπάζι. Ένας απ' αυτούς κι εκεί ήταν φάμπρικα. Ιδιοκτήτης του ήταν ένας Τούρκος Θεσσαλός και τον νοίκιαζε κάποιος δικός μας Παπαδόπουλος. Στον Ανουφέ ντερέ επάνω έπεφτε αυτός, όπως κι οι άλλοι οι νερόμυλοι, κατά μήκος του ποταμού.

Μες στο Μιχαλίτσι υπήρχαν και στρατώνες, το Ντεπόϊ που λέγαν, κοντά σ' ένα από τα τζαμιά, το Γενί τζαμί. Εκεί ήταν η στρατολογία, όταν παρουσιαζόμασταν για κατάταξη, εκεί μας ντύναν.

ΠΑΛΑΙΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ (σ.57)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Πηγαίνοντας από το Μιχαλίτσι για την Προύσα, 2 ώρες μετά τη γέφυρα του Λουπαδιού, επάνω στο δημόσιο δρόμο, ήταν ένα μεγάλο χάνι, αρχαίο, το Ισσιζ χαν (Issiz han= χάνι χωρίς νοικοκύρη. Τ' όνομα του χανιού τούτου το έχουμε απ' αλλού (Απολλωνιάδα) και ως Χιρσίζ χαν= το χάνι των ληστών). Θάπαιρνε μέσα και 2 και 3 χιλιάδες πρόβατα. Στην εποχή μας βάζαν πρόβατα εκεί οι κτηνοτρόφοι.

Στα παλιά κατέβαιναν κλέφτες εκεί-πολύ παλιό κτίριο ήταν, αρχαίο και υψηλό, είχε και τρύπες-τρύπες πολεμίστρες για τα όπλα.
Απ' του Μεγάλου Αλεξάντρου την εποχή ακούαμε πως ήταν.

ΥΠΟΓΕΙΕΣ ΣΤΟΕΣ (σ. 58)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Στον τουρκομαχαλά μέσα, κοντά στο Ντεπόϊ και στο Γενί τζαμί υπήρχαν κάτι υπόγειες στοές-παλιά, αρχαία πράματα.

Στην εποχή μας στέκονταν πολύ καλά, γιατί ήταν σαν από μπετόν καμωμένα-ήταν όμως με κουρασάνι, δηλαδή στουμπισμένη κεραμίδα και ασβέστη, ένα μίγμα πολύ στερεό. Και σίδερα είχε.

Αυτά λέγαν επί Μεγάλου Αλεξάνδρου τα είχαν φτιάσει, τόσο μόνο ακούσαμε, άλο τίποτα δεν ξέρουμε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'- ΚΟΝΤΙΝΟΙ ΚΑΙ ΜΑΚΡΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ
1   Ελληνικά χωριά
2   Τούρκικα χωριά

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΩΡΙΑ-ΚΟΥΜΚΙΟΪ (σ.59)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Το Κούμκιοϊ ήταν νοτιοανατολικά του Μιχαλιτσιού (11 χλμ), κοντά στη δυτικά όχθη της λίμνης της Απολλωνιάδας.

Αυτό είχε μόνο Έλληνες και ήταν πάντως μεγαλύτερο απ' το Λουπάδι (εννοεί σχετικά με τους Έλληνες του Λουπαδιού που ήταν 13 μόνο σπίτια, γιατί Τσερκέζους είχε 150 σπίτια). Αυτοί εκεί είχαν έρθει από τα Γρεβενά, θαρρώ επίσης πως είχε και Θρακιώτες.

Εκεί μέσα ήταν και δυο μεγάλα τσιφλίκια που τα είχαν κάποιοι Ιωαννίδηδες-απ' την Ήπειρο ήταν αυτοί. Πρώτα είχαν εγκατασταθεί στον Κασαμπά (άλλο όνομα της Κερμαστής) και ήταν ρακιτζήδες εκεί. Απ' αυτή τη δουλειά έβγαλαν λεπτά κι αγόρασαν κατόπι τα τσιφλίκια.

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΩΡΙΑ-ΑΖΑΤΛΙ ή ΓΚΙΑΟΥΡΚΙΟΪ (σ. 60)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Μεταξύ Μιχαλιτσιού και Κασαμπά (16 χλμ, Ν-ΝΑ)-πιο κοντά στον Κασαμπά- ήταν κι ένα Γιαούρκιοϊ, μισοί Έλληνες και μισοί Τούρκοι. Είχαν εκκλησία, σχολείο οι Έλληνες, αλλά περισσότερες λεπτομέρειες δε γνωρίζω. Ξέρω μόνο πως το λέγαν και Αζατλί αυτό το χωριό.

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΩΡΙΑ-ΛΟΥΠΑΔΙ (σ. 61)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Το Λουπάδι ήταν ανατολικά του Μιχαλιτσιού, πάνω στο ποτάμι Λουπάντ ντερεσί-απ' τη μια μεριά του ποταμού Ρωμιοί κι απ' την άλλοι Τσερκέζοι.

Το Λουπάδι ήταν κάποτε προπύργιο του Μιχαλιτσιού, γι' αυτό και σώζονταν κάστρα εκεί στην εποχή μας, μεγάλα κάστρα.

Το Λουπάδι είχε τελευταία, στη δική μας εποχή 13 σπίτια ελληνικά και εκκλησία Μιχαήλ Αρχάγγελο. Είχε και 150 σπίτια Τσερκέζους.

Κεφαλ. Ι'-ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ (σ. 94)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Οι Έλληνες του Μιχαλιτσιού καταγίνονταν και με τη γεωργία και με την κτηνοτροφία και με το εμπόριο. Οι παραπάνω ήταν εσνάφια, δηλαδή εμπορευόμενοι και επαγγελματίες.

Κτηνοφορία μεγάλη είχαμε και Χριστιανοί και Τούρκοι, και ως επί το πλείστον σε μεγάλα ζώα: βουβάλια, γελάδια. Οι Αρμεναίοι ήταν εσνάφια ως επί το πλείστον.

Αλλά και μεγάλη κτηνοτροφία υπήρχε, κυρίως Αρμεναίου και Έλληνες ασχολούνταν μ' αυτή. Μπαξέδες με μουριές είχαμε σε μεγάλη έκταση-πιάσε από το Μιχαλίτσι και να περπατάς 1,5 ώρα ως το Ποριάζ τσιφλίκ. Και οι Αρμεναίοι είχαν μπαξέδες, αλλά οι περισσότεροι βέβαια ήταν ελληνικοί. Οι Τούρκοι περισσότερο γεωργοί και κτηνοτρόφοι ήταν και λιγότερο εσνάφια. Η παραγωγή των σιτηρών ήταν κυρίως στα χέρια των Τούρκων, καθώς και άλλων γεωργικών προϊόντων. Με τα κουκούλια δεν ασχολούνταν οι Τούρκοι-πρώτοι σ' αυτό το είδος έρχονταν οι Έλληνες.
Εκεί άμα γεννιόταν ένα κορίτσι, από την πρώτη μέρα οι γυναίκες άρχιζαν να του υφαίνουν μεταξωτά τα προικιά του με κάτι χρυσά κουκούλια που βγαίναν μέσα στο σωρό και που δεν τα πουλούσαν παρά τα κρατούσαν γι' αυτό το σκοπό.

Κάθε Τρίτη γινόταν σ' εμάς μεγάλο παζάρι, το μεγαλύτερο παζάρι του Νομού Προύσης. Σ' εκείνη τη μεγάλη σκεπαστή πλατεία κάθε Τρίτη μαζεύονταν πουλητάδες κι έμποροι όχι όνο από το Μιχαλίτσι αλλά κι από την Πάνορμο κι απ' την Προύσα, έμποροι με διάφορα εμπορεύματα.
Κατέβαιναν και τα γύρω χωριά για τις πρώτες ανάγκες τους και ψώνιζαν-180 χωριά είχε ο καζάς του Μιχαλιτσιού.

Κάθε καλοκαίρι γινόταν και μεγάλη ζωοπανήγυρι, σαν έκθεση, που διαρκούσε 3 μέρες.

Τα κουκούλια πουλιόνταν στην προύσα (60 χλμ Α) στο Κοζά παζάρ (Koza Pazar= κουκουλοπάζαρο) της Προύσας. Τ' άλλα όλα τα προϊόντα τα μεταφέρναν οι Απολλωνιάτες με τα καΐκια τους στην Πόλη: καρπούζια, σκόρδα, δουκάνες, ξύλα, κάρβουνα, αλεύρια, γεννήματα. Γεννήματα πήγαιναν και στην Προύσα με τα κάρα-βουβαλάμαξες και βοδάμαξες.

Οι έμποροι φέρναν κυρίως απ' την Πόλη εμπορεύματα με το ίδιο μέσο που πήγαιναν εκεί και τα δικά μας προϊόντα, δηλαδή με τα καΐκια της Απολλωνιάδας. Γκάζια, λάδια, καφέδες, ζάχαρη, σαπούνι, ρύζια, κατευθείαν απ' την Πόλη έρχονταν.

Λάδια κι ελιές φέρναν κι απ' την Τρίγλια ή τα Μουδανιά ή την Κίο. Με την Πάνορμο δεν είχαμε εμείς αλισβερίσι (Alisverisis= δοσοληψίες).

Εμείς όλα τα είδη τα βρίσκαμε στην αγορά μας και δεν είχαμε ανάγκη να πάμε αλλού να ψωνίσουμε-μόνο άντρες έβγαιναν στην αγορά, όχι γυναίκες, γυναίκες δεν έβλεπες στην αγορά, παρά μόνο κυκλοφορούσαν μέσα απ' το μαχαλά.

Όσοι πήγαιναν, βέβαια, στην Προύσα να πουλήσουν τα κουκούλια τους φέρναν και κανένα ύφασμα αν ήθελαν ή κανένα χρυσαφικό απ' τους κουγιουμτζήδες, αν και κουγιουμτζήδες και υφασματέμπορους είχαμε και στο Μιχαλίτσι. Οι υφασματέμποροι απ' την Πόλη φέρναν εμπόρευμα-μόνο ιδιώτες πήγαιναν με την ευκαιρία των κουκουλιών στην Προύσα, για άλλο σκοπό δεν πήγαινε κανείς στην Προύσα. Είχαμε και δυο αμπατζήδες (Abaci= πουλητής ή κατασκευαστής ρούχων από χοντρό, χειροποίητο μάλλινο ύφασμα) Βούλγαρους που φέρναν σαγιάκια (sayak= χοντρό μάλλινο ύφασμα) από τη Βουλγαρία.

Γενικά οι δυο οικονομικοί πόλοι με τους οποίους συναλλάσσονταν κυρίως το Μιχαλίτσι ήταν η Κωνσταντινούπολη, περισσότερο, και κατόπι η Προύσα.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Κεφάλαιο Α' Η ζωή του ανθρώπου
Κεφάλαιο Β' Θρησκευτική Ζωή και λαϊκή λατρεία
Κεφάλαιο Γ' Σχολεία
Κεφάλαιο Δ' Λαϊκή Επιστήμη
Κεφάλαιο Ε' Λαϊκή Τέχνη
Κεφάλαιο ΣΤ' Οικονομία
Κεφάλαιο Ζ' Αυτοδιοίκηση
Κεφάλαιο Η' Λαϊκό Δίκαιο
Κεφάλαιο Θ' Σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων
Κεφάλαιο Ι' Φυλές

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Θέματα ΙΣΤΟΡΊΑ
1 Τοπική Ιστορία
2 Απηχήσεις ιστορικών γεγονότων

ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ (σ. 67)
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63)

Με τους Τούρκους πολύ καλά περνούσαμε, μπορώ να σου πω εμείς δίναμε αφορμές για παρεξηγήσεις, γιατί κάναν κάποτε και Καμπανταϊλίκια (Kabadaylik= παλληκαρισμοί) οι δικοί μας.

Όταν ερχόταν το Πάσχα στέλναμε και στον Καϊμακάμη και σ' άλλους φίλους Τούρκους, όποιος είχε, και τσουρέκια κι αυγά, κι αυτοί στα μπαϊράμια τους (bayram= γιορτή) στέλναν σεκέρια (seker= ζαχαρωτά) και τέτοια. Στους ντονανμάδες που γίνονταν στην εορτή του Σουλτάνου πήγαιναν και τα ελληνικά σχολειά μαζί με τα τούρκικα στο διοικητήριο και θυμάμαι που ερχόταν κι ο αντισυνταγματάρχης με τις χρυσές επωμίδες του, ο διοικητής του συντάγματος που έδρευε εκεί, τραγουδούσαμε μας δίναν και καραμέλες και φεύγαμε.

Και αλισβερίσια (Alisverisis= δοσοληψίες) είχαμε μεταξύ μας και σχέσεις κοινωνικές-πολύ καλά περνούσαμε, μόνο που η νεολαία μας έκανε κάποτε και τρέλες.

Είχαμε ελευθερία και στις δικές μας εκδηλώσεις. Στα καρναβάλια γινόμασταν μασκαράδες με τα όπλα μας, με τις φουστανέλες μας. Το Πάσχα με το Χριστός Ανέστη μολονότι ήταν παρών κι ο μοίραρχος με την αστυνομική δύναμη, ρίχναμε όπλα πολλά και δε λέγαν τίποτα.

Γενικά οι Τούρκοι πριν το Χουριέτ ήταν πολύ καλοί, όπως μας λέγαν κι οι γερόντοι, αλλά μετά τους φανατίσαν οι πρόσφυγες που ήρθαν απ' της Ελλάδας τα μέρη. Τότε βγήκε και το στρατιωτικό για τους Έλληνες και όσοι μπορούσαν φεύγαν στο εξωτερικό. Από μας πάντως πολύ λίγοι φύγαν στη Γαλλία και στην Ελλάδα.

Οι Νεότουρκοι ιδρύσαν τότε κι ένα κομιτάτο Ιττιχάτ βε Τερακί (Ittihat ve teraki=  ενότητα και πρόοδος) που στην βάση του ήταν ανθελληνικό.
Από μας διώξαν τότε δυο δασκάλους με την κατηγορία ότι είχαν έρθει για προπαγάνδα. Δεν αποκλείεται πάντως να ήταν κι έτσι γιατί και πριν ναρθεί ο ελληνικός στρατός στα μέρη μας ήρθαν πάλι μερικά παιδιά απ' την Πόλη, κατάσκοποι, για προπαγάνδα.

Στα μπασκίνια (Baskin= η επιδρομή. Εδώ εννοεί τις επιδρομές των ατάκτων Τούρκων σ' ελληνικά χωριά πριν τον Μεγάλο πόλεμο και κατά τη διάρκειά του) δεν μας πείραξαν εμάς ούτε στο μποϋκοτάζ. Στο μποϋκοτάζ δεν ψώνιζαν απλώς από Έλληνες και κάτι φοβέρες πετούσαν, φοβέρες είχαμε, αλλά κι οι δικοί μας άμα βρίσκαν τον τρόπο χτυπούσαν άγαρμπα. Τα Κουβούκλια βάστηξαν 3 μήνες άμυνα τότε στα μπασκίνια, κι όσους Τούρκους σκοτώναν τους τραβούσαν και τους καίγαν οι γυναίκες στους φούρνους.

Στο Σεφερμπερλίκ (Seferberlik= επιστράτευση, εννοεί του 1914) με τη σκούπα μας πήραν στρατιώτες. Είχαμε και κατσάκηδες (Kacak= λιποτάκτης) πολλούς-άλλους τους πιάναν, άλλοι το σκάναν. Μάλιστα ένα παιδί το κρέμασαν, τον Στρατή του Φραντζή.

Όσοι πήγαν δεν γύρισαν. Είχαμε και παιδιά του Μουλκιέ μεκτεμπί (Mulkie mektebi= αγροτική σχολή) της Προύσας που τους κάναν αξιωματικούς, πήγαν και δε γύρισαν.

Με την ανακωχή, τότε που βγήκαν οι Έλληνες στη Σμύρνη, άρχισε να οργανώνεται το κεμαλικό κίνημα. Εκείνοι που δημιούργησαν ουσιαστικά τον Κεμάλ ήταν ο Ετέμ μπέης και ο αδελφός του Τεσίτ μπέης, παιδιά του Αλή μπέη-Τσερκέζοι ήταν αυτοί-καθώς κι ένας άλλος, ο συνταγματάρχης Ρεφίκ από το Εμρέ κιοϊ του Μιχαλιτσιού. Αυτοί αναδείξαν τον Κεμάλ, αλλά ύστερα ήρθαν σε ρήξη με τον Ισμέτ και τον Κεμάλ, γιατί ο Κεμάλ ήθελε να τους σκοτώσει για να μην του πάρουν την αρχή, μαζί τους ενώθηκε και ο Αζναβούρ πασάς, Τσερκέζος κι αυτός, και δώσαν μάχες πολλές με τους κεμαλικούς. Γι' αυτό άλλωστε οι Τσερκέζοι πήγαν με τον ελληνικό στρατό κι αυτοί τότε μας προστάτεψαν κι εμάς και κατά το διάστημα της ανακωχής και κατά το διάστημα της κατοχής από ατάκτους.

Όταν ήρθαν τα ελληνικά στρατεύματα στο '20, οι Τούρκοι μείναν εκεί, δεν τους πείραξε κανένας, κι όχι μόνο αυτό αλλά 150 χωριά ης περιοχής, ελληνικά και τούρκικα, κάναν επίσημο πρωτόκολλο, ότι είμαστε ευχαριστημένοι από την ελληνική διοίκηση και θέλουμε να μείνει η Ελλάδα εδώ, κι αυτό το έγγραφο το στείλαν στις Δυνάμεις, γιαυτό τότε μερικά φύλλα της Ευρώπης κάναν ανθελληνική προπαγάνδα και δημοσιεύαν τάχα καταπιέσεις των Ελλήνων εναντίον του τουρκικού στοιχείου. Ο πατέρας μου ενέργησε τότε πολύ σ' αυτό το ζήτημα και του έδωσε συγχαρητήρια γράμματα η Ελληνική Διοίκηση (τα συγχαρητήρια αυτά γράμματα μου τα έδωσε μόνο προς αντιγραφή ο πληροφορητής επί τόπου, διστάζων να τ' αποχωριστεί, βλέπε επισυναπτόμενα ακριβή αντίγραφα).

Όσοι ήταν η ηλικία τους τότε να υπηρετήσουν όλοι πήγαν στο στρατό εθελοντές τάχα, δεν μπορούσαν να επιστρατεύσουν επισήμως Τούρκους υπηκόους, αλλά έλεγαν στις Δυνάμεις ότι είναι εθελοντές και τους παίρναν με το ζόρι.

40 μέρες γυμνάσια μας κάναν και μετά στην πρώτη γραμμή: Αφιόν Καραχισάρ, Εσκί Σεχίρ ... Κι εγώ ήμουν τότε στρατιώτης και στην υποχώρηση έμαθα ότι οι δικοί μας έφυγαν και γλύτωσαν. Λιγοστοί φύγαν απ' το Μπουγάζι (εννοεί την εκβολή του Ρυνδάκου) με καΐκια κι οι πιο πολλοί απ' την Πάνορμο, πέρασαν με πλοία στη Ραιδεστό.

Μετά ο στρατός ο δικός μας περνώντας από κει στην οπισθοχώρηση τόκαψε το Μιχαλίτσι.

ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
(Μπ. Νικηφορίδης-Ιωάννης Σεϊτανίδης, 26/6/63) (σ.75)

Οι Μιχαλιτσανοί έχουν σκορπίσει κατά ομάδες στα Κύργια της Δράμας, στη Δράμα, στις Σέρρες, στη Θεσσαλονίκη, στην Έδεσα. Μερικοί υπάρχουν και στη Λάρισα και στην Αθήνα.

Στη Θςσσαλονίκη είναι κάποιος Νικηφόρος Καραγκιοζίδης που ήταν και επίτροπος στην εκκλησία του Κάτω Μαχαλά στο Μιχαλίτσι. Τώρα στη Νεάπολη έχει μπακάλικο, είναι γέρος και μπορεί νάχει και τίποτα εκκλησιαστικά βιβλία.

Οι πρόσφυγες από το Λουπάδι δεν ξέρω που έχουν εγκατασταθεί, ξέρω μόνο πως στη Θεσσαλονίκη είναι κάποιος Αντώνης Ποριάζ (Ποριάζ ήταν το επώνυμό του στη Θεσσαλονίκη, εδώ ίσως να τόχει αλλάξει) που έχει δυο θυγατέρες καθηγήτριες, η μια μάλιστα είναι καθηγήτρια της Γαλλικής, Το επάγγελμά του είναι πεταλωτής, άλλα στοιχεία δεν ξέρω.

(Μπ. Νικηφορίδης, 28/6/63) (σ. 77)

Ακριβές αντίγραφο εγγράφου που κατέχει ο κτηματίας Ιωάννης Σεϊτανίδης, κάτοικος Καστοριάς, ο οποίος κατάγεται από το Μιχαλίτσι. Το παραχώρησε μόνο γι' αντιγραφή επιτόπου, γιατί είχε δισταγμούς να τ' αποχωριστεί περισσότερο, προκειμένου να γίνει φωτοτυπία.

Το πρωτότυπο είναι δακτυλογραφημένο σε μονόφυλλο σχήματος κόλλας διαγωνισμού χωρίς χαράκια. Το κείμενο έχει ως εξής:

Ακριβές Αντίγραφον

Απόσπασμα

Ημερησίας Διιαταγής Διλοχίας της 18ης Σ/βρίου 1920-
Δραττόμενος της ευκαιρίας ταύτης και έχων υπ' όψει ότι ο υπολοχαγός
Μανιαδάκης Κ. επέτυχεν δια θαυμαστής επιδεξιότητος τη χρησιμοποιήσει
του Τούρκου Δημάρχου Σεραγετήν εφέντη και τη βοηθεία του ομογενού (sic)
Σεϊτανίδου την υποβολήν επισήμως δι' επιτροπής ης προΊστατο
ο άνω Δήμαρχος προς τον Στρατηγόν Διοικητήν της Μεραρχίας, ψηφί-
σματος της περιφερείας Μιχαλίτσι, υπογεγραμμένου υπό 300 αγάδων,
Μουτάριδων (sic), Εμάμιδων και λοιπών προεστώτων, δι ου εζητείτο από τους
πρωθυπουργούς (sic) Αγγλίας, Γαλλίας και Ελλάδος η παραμονή του Ελληνικού
στρατού και της Ελληνικής Διοικήσεως εις την περιφέρειάν των, ίνα α-
παλλαγώσι δια παντός της κακοδιοικήσεως των ομοφύλων των και θεωρών
ότι το έγγραφον τούτο κατά πολύ ήθελε προαγάγει την Εθνικήν ημών υ-
πόθεσιν, επ' αυτού δε στηριζόμενος ο μέγας ημών Κυβερνήτης δύναται
να προέλθη εις διεκδίκασιν (sic) των και άλλοτε Ελληνικών τούτων εδάφων (sic),
ου μόνον αλλά και του εγγράφου αποτελούντος ζώσαν απάντησιν εις τα εν αυτώ
Ευρωπαϊκώ Τύπω γραφέντα εναντίον της Ελληνικής κατοχής υπό
κακοβούλων τινων Τουρκοφίλων, εκφράζω αυτώ δίκαιον έπαινον.

                  Γ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ
                       ΤΑΓ/ΡΧΗΣ
Δια την Ακρίβειαν της αντιγραφής
2 Λόχος της Διλοχίας Μεραρχίας Αρχιπελάγου (sic)
Διοικητής Λόχου
Κ. ΜΑΝΙΑΔΑΚΗΣ
Υπολ/γός



(Μπ. Νικηφορίδης, 28/6/63) (σ. 80)

Ακριβές αντίγραφο εγγράφου που κατέχει ο κτηματίας Ιωάννης Σεϊτανίδης, κάτοικος Καστοριάς, ο οποίος κατάγεται από το Μιχαλίτσι και το κληρονόμησε από τον πατέρα του. Το παραχώρησε μόνο γι' αντιγραφή επιτόπου, γιατί είχε δισταγμούς να τ' αποχωριστεί περισσότερο, προκειμένου να γίνει φωτοτυπία.

Το πρωτότυπο είναι δακτυλογραφημένο σε μονόφυλλο διαστάσεων 0.205Χ 0,16. Το χαρτί έχει σκιώδεις παραστάσεις, όπως τα νομίσματα: είναι χωρισμένο σε ρόμβους που καθένας έχει μέσα το δικέφαλο αετό. Το κείμενο έχει ως εξής:

ΣΤΡΑΤ. ΔΙΟΚ. (sic) ΠΑΝΟΜΟΥ
ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΝ ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΙΙον
-----------------------------
Αριθ, Πρωτ. Ε.Μ. 154/44
                  Εν Πανόρμω τη 14η Ιανουαρίου 1922

Η
Στρατιωτική Διοίκησις Πανόρμου
Προς
Την Ανωτ. Γεν. Στρατ. Διοίκησιν
(( Γραφείον ΙΙον ))
                                                                              Σμύρνην

Επί τη ευκαιρία ταύτη θεωρώ καθήκον ν' αναφέρω υμίν, ότι δια
την υιοθέτησιν της αντιλήψεως περί υποβολής του υπομνήματος και
την εντύπωσιν παρά τοις επιφανέσι Τούρκοις της ανάγκης προς ανά-
ληψιν της τοιαύτης πρωτοβουλίας εκ μέρους τούτων, ενέργεια του
ενταύθα εμπόρου Αλεξ. Μαρδίρη και του εκ Μιχαλιτσίου τοιούτου
Γεωργίου Σεϊτανίδου, η εν γένει δραστηριότης αυτών,δια την επιτυ-
χίαν τοιούτων πράξεων, σχετιζομένων με την ευνοϊκήν εξέληξιν (sic) των
εθνικών ημών πραγμάτων, χρονολογουμένην από της εποχής της Τουρ-
κοκρατίας και της προσωρινής ενταύθα εγκαταστάσεως του Κεμαλισ-
μού, η προθυμία μεθ' ης παρέχουσι τας υπηρεσίας των δια την εξυπε-
ρέτησιν (sic) των εθνικών σκοπών, όλα ταύτα δικαιολογούσι πλήρως την
ανάγκην, όπως ευαραστηθείτε να ενεργήσετε αρμοδίως προς απόδοσιν
τούτοις μιάς ηθικής αμοιβής, δια της απονομής ανταξίου προς την
δράσιν των παρασήμου.
Τούτο κατά την εμήν γνώμην θέλει οδηγήση (sic) αυτούς προς άλλους θυσί-
ας, θέλη γεννήση (sic) την άμιλλαν και θέλει διεγείρη (sic) τον εθνικόν ζή-
λον και ετέρων ενταύθα ομογενών.

                                                         Δια την ακρίβειαν
(σφραγίδα της στρατιωτικής Διοίκησης Πανόρμου)
                                              (υπογραφή δυασανάγνωστη)[/i]


Χειρόγραφο Φιλίππου Φιλιππίδη από το Μιχαλίτσι, με τίτλο «Μιχαλίτσιον».

Το έστειλε από τις Σέρρες στις 19/8/53
Σελίδες μεγάλες 6

ΜΙΧΑΛΙΤΣΙΟΝ (σ. 83)

Η πόλις αύτη κείται εις τον Νομόν Προύσης μεταξύ της Πανόρμου, απέχουσα εξ αυτής 42 χιλιόμετρα, και της Προύσης εις απόστασιν 73 χιλιομέτρων εκ ταύτης. Περί τα δύο χιλιόμετρα βορείως είναι η συμβολή των δύο σπουδαιοτάτων και μεγάλων ποταμών της Μυσίας Ρυνδάκου και Μακίστου πλωτών δια ποταμόπλοια διενεργούνται μεγάλας μεταφοράς της τεράστιας γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής Μιχαλιτσίου και περιχώρων. Είναι εκτισμένη επί επιμήκους εκ Β. προς Ν. λοφώδους εκτάσεως ύψους 50 μέτρων από της πέριξ απεράντου πεδιάδος ούσης κυριολεκτικώς λόγω της παροιμιώδους ευφορίας της επιγείου παραδείσου.

Περί της κτίσεώς της ουδέν ακριβές είναι γνωστόν πλην των εκ παραδόσεως γνωστών ότι οι πρώτοι κάτοικοι αυτής υπήρξαν Έλληνες χριστιανοί προσφυγόντες εκ της εις απόστασιν 25 χιλιομέτρων Ν.Α. Μέλτε Μπαϊρί υπαρχούσης άλλοτε ακμαζούσης Βυζαντινής πόλεως της Μιλητουπόλεως, καταστραφείσης εξ αλλεπαλλήλων σεισμών, επιδρομών και της νοσηρότητος του κλίματος λόγω των παρατεταμένων πλημμυρών του Ρυνδάκου.

Το όνομα εδόθη εκ του αρχηγού των πρώτων οικιστών Μιχαήλ τινός μεγάλου άρχοντος και γεωκτήμονος κατέχοντος μεταξύ Μιλητουπόλεως και Μιχαλιτσίου απεράντους εκτάσεις εξ ων μικρόν τμήμα φέρει μέχρι σήμερον και το όνομά του, το Μιχαήλ Τσιφλίκ.

Ο πληθυσμός της πόλεως ταύτης απηρτίζετο μέχρι του 1915 εκ 450 ελληνικών χριστιανικών οικογενειών, 325 αρμενικών οικογενειών, 45 εβραϊκών και 3.000 μουσουλμανικών οικογενειών. Η επικρατούσα δι' όλον τον πληθυσμόν γλώσσα ήτο η τουρκική εφάμιλλος της ομιλουμένης τοιαύτης εν Κωνσταντινουπόλει λόγω της μικράς αποστάσεως εκ ταύτης δια των ποταμοπλοίων και της συχνοτάτης ως εκ τούτου επικοινωνίας. Η ελληνική Κοινότης παρ' όλον ότι δεν διετήρει την παλαιάν αυτής ακμήν, καμφθείσαν ιδίως μετά τον Κριμαϊκόν πόλεμος και την δημιουργίαν των σλαυϊκών βαλκανικών ηγεμονιών, οπότε η χειμαρρώδης εισροή χιλιάδων Μουσουλμάνων προσφύγων εκ της Βαλκανικής εις την Μικράν Ασίαν επέδρασε συγκλονιστικώς εις την οικονομικήν ζωήν ολοκλήρου άλλωστε του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας.

Είχεν δύο εκκλησίας μεγαλοπρεπεστάτας της Αγίας Παρασκευής (του Κάτω Μαχαλά) και του Αγίου Δημητρίου (του επάνω Μαχαλά), παρεκκλήσιον του Αγίου Γεωργίου, της Αγίας Αικατερίνης στον Άνω Μαχαλά, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, δύο επί τη μνήμη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Εξωκκλήσια δε μετ' αγιασμάτων του Ιωάννου του Βαπτιστού, του Σπυρίδωνος Θαυματουργού, και του Πρωτοκλήτου αποστόλου Ανδρέου.

Τα εξωκκλήσια ταύτα επ' εσχάτων σχεδόν είχον καταντήσει απρόσιτα δι' ιεροτελεστίας λόγω της ακατονομάστου μετά φανατισμού συμπεριφοράς των προσφύγων Μουσουλμάνων, οικησάντων εγγύς των αγιασμένων ως ανωτέρω χώρων.

Διετήρει εν αξιοθαυμάστω ακμή Επτατάξιον αστικήν σχολήν αρρένων εν λαμπρά οικοδομή μετ' απεράντου σχολικού δενδροφύτου κήπου, παραπλεύρως δε ευρυχώτατον οίκημα δια κατοικίαν του Διευθυντού της Σχολής, και δια τας συνεδριάσεις της Εφοροδημογεροντίας της Κοινότητος (Συνοδικόν). Τοιαύτα οικήματα υπήρχον παραπλεύρως του παρεκκλησίου Αγίου Γεωργίου δια τας διδασκαλίσσας, και της Αγίας Αικατερίνης δια τον τρίτον διδάσκαλον της Αστικής Σχολής. Επίσης τετρατάξιον Παρθεναγωγείον εις καλλιτεχνικωτάτην οικοδομήν με ωραίον και ευρυχώτατον σχολικόν κήπον.

Τα εκπαιδευτήρια ταύτα συνετηρούντο εκ των προσόδων των εκκλησιών και παρεκκλησίων, ιδίως όμως εκ των προσόδων της αξιολόγου κοινοτικής κτηματικής περιουσίας, δημιουργηθείσης δια των διαφόρων κληροδοτημάτων των Ελλήνων κατοίκων της Κοινότητος. Η αρμενική Κοινότης είχεν μίαν μόνην εκκλησίαν τιμωμένην επ' ονόματι του Σούρπ Σαρκίζ, διετήρει δε, αξιοπαίνως μίαν δημοτικήν Σχολήν μικτήν εις περίλαμπρον κτίριον εντός του απεράντου περιβόλου της Εκκλησίας.

Οι ολιγάριθμοι Εβραίοι εμόρφωναν τα τέκνα των εις Μουσουλμανικά Εκπαιδευτήρια, ως ευκτήριον δε τόπον εχρησιμοποίουν ευρυχωροτάτην αίθουσαν εβραϊκής οικίας μετακομίζοντες τους νεκρούς προς ταφήν δι' αμάξης εις το εβραϊκόν νεκροταφείον της Προύσης. Εν ω οι μεν Έλληνες είχον δύο νεκροταφεία μετά πολλών ενεπιγράφων μαρμαρίνων πλακών και οι Αρμένιοι εν νεκροταφείον εγγύς της Ελληνικής ορθοδόξου Εκκλησίας Αγίας Παρασκευής.

Ο Μουσουλμανικός πληθυσμός διετήρει παρ' όλην την πλεονεκτικήν από πολλών απόψεων, θέσιν αυτού εξ τετρατάξια Δημοτικά Σχολεία και μίαν τριτάξιον αστικήν Σχολήν, είχεν δε εξ τζαμιά εξ ων τα σπουδαιότερα το Γενή Τζαμί, το Τσαρσί Τζαμί, παραπλεύρως του Διοικητηρίου, και το Ουλού Τζαμί εγγύς των στρατώνων του εδρεύοντος εν τη πόλει ταύτη τουρκικού Συντάγματος.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΗ (σ. 85)

Οι κάτοικοι ησχολούντο εις μίαν ακμάζουσαν γεωργίαν, κτηνοτροφίαν, σηροτροφίαν, αμπελουργίαν και βιοτεχνίαν, και σπουδαίον εμπόριον. Το Ελληνικόν στοιχείον κατείχε κατά δευτέραν μοίραν έπειτα από το Μωαμεθανικόν εκτάσεις αγρών αλλ' είχεν περί τα 2,5 εκατομμύρια μωρεοδένδρων (εκ του συνόλου των 4 εκατομμυρίων) τρεις χιλιάδες στρέμματα περίπου αμπελώνων. Το ήμισυ των βιοτεχνικών, επαγγελματικών και εμπορικών καταστημάτων της αγοράς (αριθμούσης 350 περίπου καταστήματα) τα 0.80 δε του εμπορίου διενεργουμένου ευρύτατα μέχρι Κωνσταντινουπόλεως και αρκετών άλλων εμπορικών κέντρων της Ασιατικής Τουρκίας. Εν γένει το ελληνικόν στοιχείον ευρίσκετο εις ζηλευτήν θέσιν από οικονομικής επόψεως, γεγονός όπερ αφαίνετο εκδήλως εκ της όλης εμφανίσεως των δύο ελληνικών συνοικιών και του πλέον ή ανέτου τρόπου ζωής των Ελλήνων κατοίκων. Το Μωαμεθανικόν στοιχείον κατέχον ως ευνόητον τα πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα της διοικήσεως είχεν το 0.60 των απεράντων εκτάσεων αγρών, ικανόν αριθμόν καταστημάτων εν τη αγορά, τα 8 εκ των 9 εκτεταμένων ξενώνων εξυπηρετούντων ανέτως την σημαντικήν κίνησιν των εκ των πέριξ πόλεων (Προύσης, Κερμαστής, Μπαλούκ Κεσέρ, Αδραμυτίου, Καρά Βίγα, Αρτάκης, Γιονέν Πανόρμου κλπ) διερχομένων, καθ' ότι ο Μιχαλίτσιον απετέλει κόμβον συγκοινωνίας μεταξύ των ανωτέρω πόλεων μέχρι της εποχής καθ' ην κατεσκευάσθη η Σιδηροδρομική γραμμή Πανόρμου-Σμύρνης.

Το αρμενικόν στοιχείον κατείχεν αρκετά καλήν  θέσιν εν τη σηροτροφία, εν τη αγορά της πόλεως και εν γένει είχεν την τρίτην σειράν εν τη οικονομική ζωή της πόλεως.

Τα απεριγράπτως άφθονα προϊόντα της γεωργίας και των συναφών κλάδων ταύτης, η αναρίθμητος κτηνοτροφία της τε πόλεως και της περιοχής, ο απίστευτος πλούτος εις ιχθείς των ποταμών Ρυνδάκου και Μακίστου της εγγύς εκτεινομένης γραφικοτάτης λίμνης Απολλωνιάδος παρείχον εις τους κατοίκους του Μιχαλιτσίου παροιμιώδη ευκολίαν δια την διαβίωσιν. Η πραγματικότης εις το κεφάλαιον τούτο ήτο ανωτέρα πάσης περιγραφής.

Κατόπιν των ανωτέρω είναι ευνόητον ότι και η κοινωνική ζωή ήτο ανάλογος προς τα άφθονα μέσα και τρόπους ζωής.

Πλήρης γαλήνης, πλήρης πεποιθήσεως προς τους σκοπούς της ζωής, ιδίως το ελληνικόν στοιχείον, προικισμένον φυλετικώς με τα έξοχα χαρίσματα είχεν το σκήπτρον της όλης κοινωνικής ζωής της πόλεως. Αι θρησκευτικαί εορταί, οι οικογενειακαί εορταί (γάμοι, αρραβώνες κλπ) αι σχολικαί εορταί απετέλουν σημαντικούς σταθμούς δι' ολόκληρον τον πληθυσμόν της πόλεως κατά την διάρκειαν εκάστου έτους, διότι προσκαλούμενοι εις τας εορτάς ταύτας μετείχον και οι τα πρώτα έχοντες του Μωαμεθανικού και αρμενικού στοιχείου.

Το ελληνικόν στοιχείον του Μιχαλιτσίου έχον εκ παραδόσεως από της Βυζαντινής εποχής τας ιστορικώς και λαογραφικώς γνωστάς υπερόχους κοινωνικάς συνηθείας απετέλει εν τω τμήματι εκείνω της Μικράς Ασίας εν πολύτιμον κέντρον εξασκούν αναμφισβήτητον πολύτιμον επίδρασιν και επί των μεταξύ Μιχαλιτσίου και Προύσης ελληνικών χωρίων, των οποίων αυτή η ύπαρξις διεσώθη από της κατακτήσεως και εντεύθεν εκ των επικινδύνων υπερβασιών διαφόρων ισχυρών προσώπων της Μωαμεθανικής διοικήσεως, δια της ευθαρσούς επεμβάσεως Ελλήνων προυχόντων του Μιχαλιτσίου κατεχόντων καλώς την Μωαμεθανικήν νοοτροπίαν και ιδιοσυγκρασίαν. Σήμερον εκ της όλης ως ανωτέρω περιγραφείσης, ευδαίμονος πόλεως Μιχαλιτσίου, δεν υπάρχει ειμή εις απέραντος σωρός ερειπίων, μια μικρά δε κώμη προς Β. της καταστραφείσης πόλεως. Την 29ην Αυγούστου 1922 επυρπολήθη η πόλις αρχής γενομένης εκ των Ελληνικών συνοικιών.

Ο Ελληνικός πληθυσμός αρκετά αραιωθείς από το 1909 και εντεύθεν λόγω της στρατεύσεως, λόγω των διωγμών  (1914-1918) προσέφυγε στερούμενος των πάντων εις την Ελλάδα, τον Σεπτέμβριον 1922 και εγκατεστάθη κατά μεγάλας ομάδας εις την περιφέρειαν Κυργίων Δράμας, εις την πόλιν των Σερρών, εις Θεσσαλονίκην και εις την Έδεσσαν.

Το δε αρμενικόν στοιχείον εξοντώθη κατά τον πλέον κτηνώδη τρόπον απαχθέν εις εξορίαν μέχρι των ερήμων της Συρίας κατά το 1916 εξ ης επέστρεψαν εις Μιχαλίτσιον περίπου 60 άτομα εκ του όλου αριθμού των 2.000 απαχθέντων.

(χειρόγραφα) Σέρρες 19/8/53       Φίλ. Χ. Φιλιππίδης
                            Μικρασιάτης
                                                       εκ Μιχαλιτσίου (Προύσης)


Σημείωση συντάκτη (Ιούλιος 2021)

Στο αρχείο του οικισμού αυτού δεν περιλαμβάνεται κανένα δελτίο από τον πληροφορητή Ιωάννη Μπίσκο, με τον οποίο συζήτησε ο συνεργάτης του ΚΜΣ Μπάμπης Νικηφορίδης, όπως αναφέρεται στο αντίστοιχο δελτίο του ιδίου της 26/6/63.

Υποθέτω ότι το σχετικό υλικό έχει περιληφθεί στο κεφάλαιο «Έξοδος», που αποτελεί ξεχωριστό υλικό του ΚΜΣ και δεν είναι διαθέσιμο στο "ψηφιοποιημένο" αρχείο του, αλλά ο ερευνητής πρέπει να επισκεφθεί τη βιβλιοθήκη του ΚΜΣ, για να το φωτογραφίσει από το monitor. Υπενθυμίζεται ότι το "ψηφιοποιημένο" αρχείο του ΚΜΣ προέρχεται από απλή σάρωση των χειρόγραφων δελτίων των συνεργατών του.